Δεν θέλω πια παρά να ζω έτσι όπως ένα δέντρο,
οπού θροΐζει ανάλαφρα σε πρωινό του Απρίλη
μεσ’ σ’ ένα κάμπο ειρηνικό, γεμάτον φως γαλάζιο
και παπαρούνες κόκκινες και άσπρο χαμομήλι.
Δεν θέλω πια παρά να ζω έτσι σαν ένα ρόδο,
που άνθισε κατάμονο μέσα σε πράο χειμώνα
σ’ ένα πεζούλι φτωχικό κι ηλιόφωτο, που να ‘χει
ασβεστωμένο τοίχωμα να του κρατάει το χώμα.
Θεέ μου! άσε με να ζω σαν ένα από τα μύρια,
τ’ ανώφελα τα έντομα που από το φως μεθάνε
και τη ζωή τους στους ανθούς ανάμεσα περνάνε,
μακριά απ’ τον κόσμο, μοναχό σ’ ένα λευκό σπιτάκι:
και να ‘χω μέσα στην ψυχή των γέρων στην ειρήνη
και στην καρδιά μου των φτωχών την ένθεη καλωσύνη.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν’ αγωνίζεσαι
για την ειρήνη και για το δίκιο.
Θα βγεις στους δρόμους , θα φωνάξεις
τα χείλη σου θα ματώσουν απ’ τις φωνές
Το πρόσωπό σου θα ματώσει απ’ τις σφαίρες
μα δε θα κάνεις ούτε βήμα πίσω.
Κάθε κραυγή σου θα ‘ ναι μια πετριά
στα τζάμια των πολεμοκάπηλων.
Κάθε χειρονομία σου θα ‘ναι
για να γκρεμίζει την αδικία.
Δεν πρέπει ούτε στιγμή να υποχωρήσεις,
ούτε στιγμή να ξεχαστείς.
Είναι σκληρές οι μέρες που ζούμε.
Μια στιγμή αν ξεχαστείς,
αύριο οι άνθρωποι θα χάνονται
στη δίνη του πολέμου,
έτσι και σταματήσεις
για μια στιγμή να ονειρευτείς
εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα
θα γίνουν στάχτη απ’ τις φωτιές.
Δεν έχεις καιρό, δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί και να πεθάνεις
για να ζήσουν οι άλλοι.
Θα πρέπει να μπορείς να θυσιάζεσαι
ένα οποιοδήποτε πρωινό.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
θα πρέπει να μπορείς να στέκεσαι
μπρος στα ντουφέκια!
Τάσος Λειβαδίτης