Χάικου

Τα παρακάτω είναι μια ευγενική παραχώρηση-διόρθωση του προηγούμενου σχολίου του Γιώργου Πρίμπα τον οποίο και ευχαριστώ θερμά!

 

σας περνάω μια (προσωπική επιλογή) των καλύτερων γιαπωνέζικων χάικου…

φυσικά λόγω μετάφρασης ο κανόνας πέντε κι επτά και πέντε δεν μπορεί διατηρηθεί…

 

 

 

πού είναι το πινέλο για να ζωγραφίσει

τα άνθη της δαμασκηνιάς

με το γλυκό τους άρωμα;

 

 

καρφώνοντας τη ματιά μου

στις ζάρες του μαξιλαριού,

ατέλειωτη που είναι η νύχτα…

 

 

μην ξεχνάς ούτε μια στιγμή

τη γεύση της μοναξιάς

της κάτασπρης δροσούλας.

 

 

αστέρια μέσα στη λίμνη,

εκ νέου ο άνεμος

θα θολώσει τα νερά.

 

 

η πανέμορφη κόρη

δειπνά μοναχή της

τα φθινοπωρινά βράδια…

 

 

το πέτρινο ψηλό φανάρι

στη διάρκεια της ημέρας

είναι ένας θλιμμένος στύλος

 

 

Ναι! Ναι! Φώναξα δυνατά

σαν χτύπησε προηγουμένως κάποιος

την απ’ τα χιόνια αποκλεισμένη πόρτα.

 

σηκώνοντας το κεφάλι

είδα το κορμί μου να κοιμάται&

μια παγωμένη μαχαίρι!

 

 

στο λαμπρό φθινοπωρινό σεληνόφως

αναρριχάται ο καπνός

στον καθρέπτη του νερού…

 

κεριά! Το κόκκινο της μάγουλο

τόσο πολύ είναι ήρεμο

σαν το θάνατο.

 

όλοι αυτοί στο μεγάλο σπίτι

μανταλώνουν τις πόρτες

και χορεύουν, χορεύουν!

 

ξεκρέμασα τη σελήνη απ’ την κορυφή

του πεύκου παίρνοντάς την από εκεί,

την κοίταζα συνέχεια κατάματα…

 

 

σαν άλογο που καλπάζει

και πίσω δεν κοιτά

περνάει ο καιρός…

 

 

ποιος αγρυπνάει ακόμα

κι έχει αναμμένο λύχνο;

η παγωμένη βροχή τα μεσάνυχτα…

 

 

συλλέγω τις ήρεμες ημέρες μου,

πόσο μακριά βρίσκεται πια

το παρελθόν μου!

 

 

ανοιξιάτικη βροχούλα,

μια ομπρέλα και ένα ψάθινο ρούχο

κυκλοφορούν αναζητώντας.

 

στον απέραντο ερημικό χερσότοπο τριγύρω,

οι μπόγοι από τα σύννεφα

με συντροφεύουν μόνο.

 

αγγίζοντας τα μαλλιά σου,

βλέπω ένα φεγγάρι

χλομό και λυπημένο.

 

τα κίτρινα χρυσάνθεμα

χάνουν το χρώμα τους

στο φως της λάμπας.

 

τα πρόσωπα από τις κούκλες!

ξέρεις ουδέποτε τα αγάπησα

και νάμαι τώρα γριά…

 

 

η άνοιξη ήρθε

απλή όπως πάντα,

ένας ουρανός κίτρινος και λαμπερός.

 

 

πόσο ευτυχισμένες, πόσο τρυφερές είναι!

αν είναι να ξαναγεννηθώ θα ήθελα να είμαι

μια πεταλούδα των πεδιάδων…

 

έρωτας!

τι πρόσωπο γεμάτο και ευτυχισμένο

έχει αυτός στα ροδομάγουλά του!

 

 

η ανθρωπότητα είναι σαν τη δροσιά

και σαν τη δροσιά

είναι όλα…

 

όταν επέστρεψα

ο ταξιδευτής χάθηκε

μέσα στην ομίχλη.

 

 

δέκα χρόνια σπουδών στη φτώχεια,

το πάπλωμά μου

καταφαγωμένο.

 

 

χωρίς σύντροφο

περιστοιχίζομαι από έρημο.

η σελήνη το χειμώνα…

 

 

ιδού! η παγωμένη σελήνη

ζωγραφίζει τις ομπρέλες των δέντρων

πάνω στο χιόνι!

 

 

αγαπώ το υπόλοιπο της ζωής μου

αν και είναι εφήμερο

σαν την απαλή πρωινή γαλάζια μεγαλοπρέπεια.

 

 

καθώς παρατηρώ τα χρυσάνθεμα

η ψυχή και η καρδιά μου ξελογιάζονται

από το πνεύμα των λουλουδιών.

 

 

μια δροσοσταλίτσα

σ’ ένα βράχο καθισμένη

σαν διαμάντι.

 

 

μια γυναίκα ψευτοκοιμισμένη,

στα ρουθούνια της η αναπνοή

σαν τη δροσιά του ανέμου.

 

 

χειμώνας. Γλάροι,

στη ζωή χωρίς στέγη

στο θάνατο χωρίς κλειδί…

Λιμνούλα παλιά,
ο βάτραχος στον ήχο
πηδά του νερού..

Μπασό

-//-

Αδειες καρέκλες
τ’αγάλματα γύρισαν
στ’αλλο μουσείο

Γ. Σεφέρης

-//-

Ξάφνου το φίδι
ν’ αποδερματώνεται
το φιλδισένιο

Π. Καποδίστριας

-//-

Στήνω παγίδα
με μελάνι και χαρτί.
Γελώντας φεύγει..

Χρ. Τουμανίδης

-//-

Χτυπά η νύχτα
σαν έρημο σήμαντρο.
Ποιόν περιμένεις;

H. Kεφάλας

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s